ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Καλύτερα ο διάβολος που ξέρεις

Καλύτερα ο διάβολος που ξέρεις

11:07 - 30 Νοε 2021
Στις 18 Μαρτίου 2021 στο άρθρο μας με τίτλο «Μία μονάδα συναλλαγματικής ισοτιμίας, τρείς ημέρες πείνα», αναφερθήκαμε στην συναλλαγματική κρίση που ταλανίζει από το 2018 την Τουρκία και στις επιπτώσεις που προκαλούνται στο βιοτικό επίπεδο των 14-15 εκατ. Τούρκων εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό.

Στην Τουρκία ισχύει η αρχή του υποχρεωτικού κατώτατου μισθού. Στις αρχές του 2021 η κυβέρνηση έδωσε γενναίες αυξήσεις (περίπου 22%) στο κατώτατο μισθό που έφθασε στις 2.820-2.830 λίρες. Σε συναλλαγματικούς όρους στις αρχές του χρόνου ο κατώτατος μηνιαίος μισθός ήταν 314-315 Euro, αφού η ισοτιμία ήταν 9 (1 Euro=9 Τουρκικές Λίρες). 

 

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία εκείνης της περιόδου, το εθνικό όριο φτώχειας στην Τουρκία ήταν για τους ενήλικες 3,59 Euro/ημέρα. Συνεπώς μία 4μελής οικογένεια με 2 ανήλικα παιδιά χρειάζονταν στις αρχές του χρόνου περίπου 370-380 Euro/Μήνα για να καλύψει τις στοιχειώδεις ανάγκες διαβίωσης (12,3-12,6 Euro/Ημέρα). Συμπέρασμα, ο κατώτατος μισθός των 314-315 Euro  δεν επαρκούσε για να καλύψει τις ελάχιστες μηνιαίες ανάγκες διαβίωσης αυτής της 4μελούς οικογένειας και τις τελευταίες ημέρες του μήνα αυτή η 4μελής οικογένεια δεν είχε χρήματα να αγοράσει φαγητό. 

 

Αναλυτικότερα. Για να καλύπτει ο κατώτατος μισθός 2021 τις ελάχιστες μηνιαίες ανάγκες διαβίωσης αυτής της 4μελούς τουρκικής οικογένειας, έπρεπε η ισοτιμία Euro/Τουρκική Λίρα να είναι στο 7,7 (περίπου). Κάθε μία μονάδα αύξηση πάνω από αυτό το όριο αντιστοιχούσε σε 2-3 ημέρες πείνα. Αυτή την περίοδο  η ισοτιμία Euro/Τουρκική Λίρα διαμορφώνεται στο 14, δηλαδή αυτή η τετραμελής οικογένεια δεν έχει χρήματα για να αγοράσει φαγητό για 12-18 ημέρες τον μήνα. Ακόμα και αν οι παραπάνω υπολογισμοί είναι το  πιο ακραίο και δυσμενές σενάριο, είναι βέβαιο ότι ακόμα και στο πιο ευνοϊκό σενάριο η εν λόγω οικογένεια πεινάει αρκετές ημέρες κάθε μήνα.   

 

Τα Ελληνικά ΜΜΕ αποδίδουν αυτή την συναλλαγματική κρίση στο καθεστώς των χαμηλών επιτοκίων που επιβάλει με αυταρχικό τρόπο ο Τ. Ερντογάν στο τουρκικό τραπεζικό σύστημα. Σύμφωνα με αυτή την ανάλυση, εφ’ όσον αυξηθούν τα επιτόκια θα σταματήσει η συναλλαγματική διαρροή και θα σταθεροποιηθεί η συναλλαγματική ισοτιμία. 

 

Μεταξύ της Ελληνικής και της Τουρκικής οικονομίας υπάρχουν χαοτικές δομικές διαφορές. Όμως σε μία χώρα όπως η Ελλάδα που η οικονομική ανάπτυξη και η εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους εξαρτώνται αποκλειστικά από τα χαμηλά επιτόκια της ΕΚΤ, είναι τουλάχιστον ανοησία να ασκείται αρνητική κριτική στην Τουρκική ηγεσία γιατί  ασκεί παρεμβατική νομισματική πολιτική χαμηλών επιτοκίων. 

 

Στο προηγούμενο άρθρο μας περιγράψαμε το σημαντικότερο πρόβλημα που θα αντιμετωπίσει η διεθνής οικονομία στην μετά Covid-19 εποχή. Επιγραμματικά, οι κεντρικές τράπεζες των ανεπτυγμένων χωρών (ΗΠΑ, ΕΕ, Μ. Βρετανία, Ιαπωνία) θα σταματήσουν την νομισματική πολιτική της «ποσοτικής χαλάρωσης» και θα εφαρμόσουν νομισματικές πολιτικές «σύσφιγξης». Τα χαμηλά (σχεδόν μηδενικά) επιτόκια θα αρχίσουν σταδιακά να αυξάνονται. Όμως η αύξηση των επιτοκίων στις ανεπτυγμένες χώρες θα αυξήσει το κόστος διαχείρισης του χρέους των αναπτυσσόμενων οικονομιών, όπως της Τουρκίας. Μία νέα κρίση χρέους διαφαίνεται στον ορίζοντα. 

 

Η Τουρκία όμως βρίσκεται σε εξαιρετική δημοσιονομική θέση. Το πρόβλημα της εντοπίζεται στα ισοζύγια εξωτερικών πληρωμών. Οι ξένοι επενδυτές, που τα προηγούμενα χρόνια τοποθετήθηκαν στην Τουρκική οικονομία, εξάγουν πλέον τα κέρδη τους. Μετατρέπουν τα υπερκέρδη των προηγούμενων ετών σε σκληρό συνάλλαγμα για να εξοφλήσουν έγκαιρα και σε καθεστώς χαμηλών επιτοκίων τις δανειακές τους υποχρεώσεις και ταυτόχρονα να είναι έτοιμοι με υπερβάλλουσα ρευστότητα για να επενδύουν σε νέες αγορές. 

 

Η έξοδος της πρώτης γενιάς επενδυτών άρχισε από τα μέσα 2018. Εκείνη την εποχή οι κεντρικές τράπεζες των ανεπτυγμένων χωρών είχαν αρχίσει και πάλι να εφαρμόζουν νομισματικές πολιτικές «σύσφιγξης». Την ίδια χρονιά αρχίζει και η πρώτη συναλλαγματική κρίση στην Τουρκία  (Στις αρχές του 2018 η ισοτιμία με το ευρώ ήταν 4,5, τον Ιούλιο είχε φθάσει 7,8 και έκλεισε στο τέλος του έτους στο 6). 

 

Οι επενδυτές επιλέγουν μαζικά από τα μέσα της δεκαετίας 2000-2010 την Τουρκία γιατί το εργατικό κόστος ήταν χαμηλό και η πολυπληθής εσωτερική αγορά (84 εκατ. καταναλωτές) υπόσχονταν τεράστια κατανάλωση. Οι λόγοι αυτοί ποτέ δεν έπαψαν να ισχύουν. 

 

Όποιος πιστεύει ότι η Τουρκική οικονομία καταρρέει, ας κοιτάξει τους ρυθμούς ανάπτυξης (περίπου 9% το 2021), που δικαιολογούνται απόλυτα από την αύξηση των εξαγωγών αλλά και την σημαντική εσωτερική κατανάλωση. 

 

Γιατί αυξάνονται παρά την πανδημία οι εξαγωγές; 

 

Στην αρχή του έτους ο κατώτατος μισθός ήταν όπως προαναφέραμε 314-315 Euro (Ισοτιμία 9), αυτή την περίοδο είναι 203 Euro (Ισοτιμία 14), ήτοι μείωση 60% (περίπου). Πλέον ο κατώτατος μισθός στην Τουρκία (203 Euro) είναι χαμηλότερος από τον αντίστοιχο της Αλβανίας (243 Euro) και της Κίνας (300 Euro). Συμπέρασμα, ένα επώνυμο τουρκικό προϊόν, π.χ. οι τουρκικές «λευκές» συσκευές Beko που ήδη έχουν κατακτήσει τις αγορές της Ε.Ε και της Μ. Βρετανίας, πωλούνται πλέον ακόμα πιο φθηνά, αφού το εργατικό κόστος έχει μειωθεί 60%. 

 

Γιατί δεν αυξάνονται τα επιτόκια; 

 

Γιατί ακόμα δεν έχουν αυξηθεί τα επιτόκια των κεντρικών τραπεζών των ανεπτυγμένων χωρών που δανείζουν τις μεγάλες επενδυτικές τράπεζες, οι οποίες με την σειρά τους δανείζουν τους επενδυτές που τοποθετούνται στην τουρκική οικονομία, ενώ ταυτόχρονα η όντως μεγάλη εσωτερική κατανάλωση, η οποία συνεχίζει να στηρίζει την τουρκική βιομηχανία, βασίζεται στην τεράστια πιστωτική επέκταση. Απλή λογική, εάν αυξηθούν τα επιτόκια αυτόματα θα προκύψει πρόβλημα στην διαχείριση του εσωτερικού καταναλωτικού χρέους (κόκκινα δάνεια). 

 

Εν κατακλείδι, η Τουρκική οικονομία αντιμετωπίζει μία επώδυνη για τις λαϊκές μάζες συναλλαγματική κρίση που θα συνεχιστεί και θα κορυφωθεί, όταν αυξηθούν τα επιτόκια των κεντρικών τραπεζών των ανεπτυγμένων κρατών. Αυτή όμως η συναλλαγματική κρίση ευνοεί όλους εκείνους που έχουν τοποθετηθεί στην τουρκική οικονομία και ήδη προσπορίζονται υπερκέρδη αφού τα τουρκικά προϊόντα κατακτούν λόγω των ανταγωνιστικών τιμών (πολύ φθηνό εργατικό κόστος) τις διεθνείς αγορές. Η νεοπαγής μεσαία τάξη που δημιούργησε αυτή η οικονομική πραγματικότητα, στηρίζει άκριτα και παρά τα προβλήματα καθημερινότητας τον γεννήτορα της, Τ. Ερντογάν. 

 

Άλλωστε και οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιώνουν το παραπάνω συμπέρασμα. Παρά την δεινή συναλλαγματική κρίση και το κύμα φτώχειας και ανέχειας που εξαπλώνεται στα λαϊκά προάστια, η αντιπολίτευση δεν έχει ακόμα αποκτήσει σαφή και μη ανατρέψιμη δημοσκοπική υπεροχή. 

 

Άλλωστε, ελάχιστοι έχουν πειστεί ότι η αντιπολίτευση θα εφαρμόσει φιλολαϊκή οικονομική πολιτική, θα είναι λιγότερο διεφθαρμένη και περισσότερο πιστή στις δημοκρατικές διαδικασίες. 

 

Είναι όμως σχεδόν βέβαιο ότι το μίγμα ισλάμ-εθνικισμός, που χρησιμοποιεί ο Τ. Ερντογάν για να αποπροσανατολίζει τις μάζες, θα αλλάξει δραματικά προς την κατεύθυνση του εθνικισμού, με αυτονόητα προβλήματα στις ελληνό-τουρκικές σχέσεις. Οπότε «καλύτερα ο διάβολος που ξέρεις». 

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.